Στο επεισόδιο ακούστηκε τα μουσικό κομμάτι: Vasilissis – Penny
Η ιστορία υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τη Generation 2.0
Μεγάλωσα στην Παλαιστίνη, συγκεκριμένα στη Γάζα.
Στην Παλαιστίνη γενικά έχουμε μια περισσότερο πατριαρχική κοινωνία από αυτή που έχουμε στην Ελλάδα. Στο σπίτι ήταν έντονο: πριν βγω έπρεπε να ρωτήσω τον πατέρα μου. Και η μάνα μου όταν έβγαινε στο δρόμο, ή να πάει να δει τις φίλες τις, έπρεπε να πάρει τηλέφωνο τον πατέρα μου και να του πει: “Θα βγω με αυτήν, γίνεται να βγω ή όχι;”
Πρέπει να προσέχεις πώς μιλάς, πώς ντύνεσαι, με ποιον βγαίνεις…
Δε φοράνε ανοιχτά πράγματα. Πρέπει να είσαι καλυμμένη και τέτοια. Υπάρχουν γυναίκες που φοράνε μαντίλα. Υπάρχουν γυναίκες που φοράνε μαντίλα γιατί το θέλουν και κάποιες δεν το θέλουν, απλά υπάρχει καταπίεση από την κοινωνία ότι πρέπει να τη φοράς. Υπάρχουν οι γυναίκες που δεν φοράνε, αλλά πάντα ό, τι και να κάνεις, ό,τι και να έχεις βάλει πάνω σου, υπάρχει πολύ sexual harassment (σεξουαλική παρενόχληση). Στο δρόμο σε ενοχλούν, ακόμα κι αν είσαι ένα παιδάκι ή αν είσαι μια γυναίκα 70 χρονών.
Πέρα από αυτό υπάρχει και το άλλο κομμάτι, ότι στην Παλαιστίνη από το ’48 είχαμε και την κατοχή από το Ισραήλ. Τι σημαίνει αυτό; Ότι κάποτε υπήρχε ένας πόλεμος και μαζεύτηκαν όλοι οι Εβραίοι από την Ευρώπη, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στην Παλαιστίνη και φύγανε πάρα πολλοί άνθρωποι από τα σπίτια τους και μαζεύτηκαν σε δύο κομμάτια στην Παλαιστίνη, που λέγεται ή Δυτική Όχθη ή Γάζα.
Μέχρι αυτή τη στιγμή υπάρχει, υπάρχει ολόκληρη κατοχή. Τι σημαίνει αυτό; ότι κυκλοφορείς στο δρόμο και βλέπεις ότι υπάρχει ένας στρατός με όπλο, σε ελέγχει, που πας, πότε γυρνάς. Δεν επιτρέπεται να πας στο τάδε χωριό, δεν επιτρέπεται να πας στην άλλη μεριά στη χώρα σου. Για να φανταστείτε: εγώ είμαι από τη Γάζα, δεν έχω πάει ποτέ μου στη Δυτική Όχθη, ούτε στην Ιερουσαλήμ. Είναι σαν να έχω γεννηθεί εγώ στην Αθήνα και δεν μπορώ να πάω ποτέ μου στη Θεσσαλονίκη και το αντίστροφο. Έχω μια θεία που μένει στη Δυτική Όχθη, δεν μας έχει δει για 20 χρόνια στην Γάζα και πάει λέγοντας.
Και στο σπίτι και στο δρόμο […] Έχεις τον πατέρα από πάνω και υπάρχει αυτός ο πατέρας που πρέπει να σε ελέγξει, δεν είσαι ελεύθερη και εγώ αυτό δεν μπορώ να το δεχτώ. Γενικά νιώθω ότι είμαι ελεύθερο πνεύμα και γι’ αυτό έλεγα ότι οκ, εγώ ίσως δεν μπορώ να το αλλάξω εκεί και δεν μπορώ να το δεχτώ όμως, γι’ αυτό πρέπει να φύγω από εκεί.
Αυτό ήταν στα 12, στα 13 που το ζεις καθημερινά όλο αυτό. Και λες, δεν γίνεται να συνεχίσει αυτό το πράγμα και πρέπει να φύγω από εκεί. Και γι’ αυτό είχα σκεφτεί πολλές φορές μέσα στις σπουδές μου να βρω κάτι να φύγω για έξω.
Μια φορά, τελείως τυχαία, μπήκα στο facebook και είχε κάνει η αδελφή μου ένα ποστ για την υποτροφία από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας που είχε ανακοινώσει το Ελληνικό Προξενείο, στην Ιερουσαλήμ.
Και μπήκα εκεί. Έκανα το αίτημα και ξέχασα ότι το έχω κάνει το αίτημα. Μετά από δύο μήνες, με ενημέρωσαν από το προξενείο ότι με ήθελαν σε αυτήν την υποτροφία.
Εγώ ήμουν από τα πάρα πολύ τυχερά παιδιά και γυναίκες που ζούνε στη Παλαιστίνη γενικά, γιατί ο πατέρας μου οκ, είναι αυστηρός, αλλά θεωρεί… Και γενικά στην Παλαιστίνη παίζει πάρα πολύ αυτό…Θεωρούμε ότι η επιστήμη και την εκπαίδευση είναι το όπλο μας.
Eγώ ήμουν τυχερή γιατί είχα τον παππού μου που ήταν πάρα πολύ της εκπαίδευσης, είχα τη θεία μου (που υποστήριζε) ότι πρέπει να μάθεις, πρέπει να εκπαιδευτείς, πρέπει να μορφωθείς. Και αυτό έπαιξε μεγάλο μεγάλο ρόλο να αποτρέψουν τον πατέρα μου να μου πει όχι, αλλά δε μου έλεγε ποτέ ναι.
Όταν ζεις σε μια πατριαρχική κοινωνία η πατριαρχία δεν πλήττει μόνο τη γυναίκα, πλήττει και το αγόρι. Γιατί η κοινωνία που που ζεις, σου βάζει σαν αγόρι, σαν πατέρας, παραπάνω ευθύνες και αγχώνεσαι πιο πολύ για τα παιδιά σου.
Δεν έχουμε αεροδρόμιο. Έχουμε μια θύρα, επειδή είναι σε μια κατάσταση πολιορκίας. Τι σημαίνει αυτό; Ότι για να φύγεις από εκεί πρέπει να έχεις ένα λόγο. Κι άμα δεν έχεις το λόγο αυτό, θα σου κάνουν θέμα, να μην μπορείς να φύγεις. Και πρέπει να είσαι γραμμένη κάπου. Και περιμένεις δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι μήνες για να μπορείς και να ξέρεις μόνο ότι μπορείς να βγεις από κει. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι μπορεί να χάσεις ευκαιρίες, υποτροφίες, εργασία, σπουδές, πάρα πολλά άλλα πράγματα.
Λοιπόν, τότε ήρθε η ώρα και ήμουν εκεί στη θύρα και με χαιρετούσαν οι γονείς μου.
Το τελευταίο πράγμα που μου είπε ο πατέρας μου, (ήταν) αν ήμουν σίγουρη ή όχι, αλλά εμένα μου έχει μείνει πάρα πολύ έντονο κάτι. Ήθελα να τον πάρω μια αγκαλιά, αλλά δεν με άφηνε να τον πάρω μια αγκαλιά. Γιατί; Γιατί θεώρησε ότι υπάρχουν πάρα πολλοί άντρες πίσω του και θα πούνε: “A! ποια είναι αυτή;”
Λοιπόν αυτό, ας πούμε, μου έχει μείνει πάρα πολύ έντονα.
Γι’ αυτό σας λέω ότι η μια πατριαρχική κοινωνία δεν πλήττει μόνο τη γυναίκα, πλήττει τον άντρα, γιατί ήμουν σίγουρη ότι ήθελε κι αυτός να με πάρει μια αγκαλιά και να μου δώσει ένα φιλί, αλλά δεν μπόρεσε γιατί ήθελε να με προστατεύει, να μην πουν μετά κάτι για μένα.
Και μετά ήρθα στην Ελλάδα. Ήρθα στην Ελλάδα το 2016. Προς το τέλος. Σιγά σιγά με τους φίλους μου βρήκα σπίτι, μετακόμισα εκεί, έμαθα τη γλώσσα, περίπου σε 7-8 μήνες και μετά μπήκα στη σχολή. Κατά τη διάρκεια των σπουδών δεν έχω ξαναπάει στην Παλαιστίνη γιατί ήταν σε κατάσταση πολιορκίας.
Στη Γάζα δεν έχω πάει γιατί σπούδαζα και ανά έξι μήνες έδινα κάθε χρόνο εξεταστική τον Ιούνιο και είχα μόνο το Σεπτέμβρη να ξαναδώσω. Φοβόμουν να πάω εκεί και να μην μπορώ να ξαναγυρίσω, να μην βρω τρόπο να ξαναγυρίσω κι έτσι να χάσω ολόκληρο εξάμηνο, να χάσω την υποτροφία που είχα. Και το άλλο φοβόμουν… γιατί καθώς ήμουν στην Ελλάδα άλλαξα λίγο σκέψη, άλλαξα λίγο την εμφάνιση και φοβόμουν πιο πολύ το να μην με δεχτούν όπως ήμουν και να υπάρχει αυτό το πρόβλημα Τελοσπάντων.
Για μένα ήταν πολύ δύσκολο να σκέφτομαι ότι δεν μπορώ να πάω και να επισκεφτώ τη μάνα και τον πατέρα μου, αλλά σκεφτόμουν πάντα ότι είχα έρθει για ένα σκοπό εδώ και θέλω το καλύτερο για μένα.
Τα πρώτα δύο χρόνια στην Ελλάδα δεν ήταν εύκολα γιατί τότε η εμφάνισή μου… φαινόταν ότι ήμουν διαφορετική γιατί φόραγα τη μαντίλα. Τη μαντίλα τη φόραγα γιατί το ήθελα εγώ, όχι επειδή μου το είχε επιβάλει ο πατέρας μου. Και πάλι σ’ αυτό ήμουν πολύ τυχερή, γιατί δεν υπάρχει αυτό σε πολλές οικογένειες, αλλά θεωρώ ότι ήμουν πολύ τυχερή σ’ αυτό και γι’ αυτό επέμεινα και φόραγα τη μαντίλα για δύο χρόνια. Τώρα προς αυτό το κομμάτι ήταν πιο δύσκολα τα πράγματα γιατί δεν μπόρεσα πλήρως να ενταχθώ στην κοινωνία.
Υπήρχε πάρα πολύ ρατσισμός στο δρόμο, στα λεωφορεία και στο μετρό. Ας πούμε θυμάμαι μια φορά ένας παππούς να με φτύνει ή όταν με έβλεπαν στα λεωφορεία να κάνουν το σταυρό τους. Δεν ξέρω, γιατί και πώς. Τέλος πάντων. Στη σχολή ήταν πιο δύσκολα από την άποψη ότι πάντα οι συμφοιτητές μου με θεωρούσαν κάτι διαφορετικό, άρα ό,τι είναι κάτι διαφορετικό θεωρούμε ότι είναι απειλή.
Υπήρχαν και πολλοί που μέχρι τώρα τους θεωρώ, τους αγαπώ πάρα πολύ και είναι κοντά στην καρδιά μου, που με δέχτηκαν όπως ήμουν και από αυτούς που έχω μάθει πάρα πολλά. Έμαθα ας πούμε πως να δεχτώ τον άλλον όπως είναι, χωρίς να προσπαθώ να τον αλλάξω.
‘Οταν έχεις μια ταυτότητα, δε χρειάζεται να την κρύβεις, είναι αυτό που είσαι.
Και αν ο άλλος δεν σε θέλει όπως είσαι, αυτός έχει το πρόβλημα, όχι εσύ. Εγώ αυτό θεωρώ και αυτό είχα μάθει καθώς ζούσα καθημερινά, αλλά το είχα μάθει και από τους φίλους μου τους Έλληνες, γιατί υπήρχαν πραγματικά παιδιά που με αγαπούσαν εμένα όπως ήμουνα.
Μετά από τα δύο χρόνια ήθελα σιγά σιγά, ήθελα να εργαστώ, ήθελα να δουλέψω, αλλά κατάλαβα ότι δεν μπορώ να εργαστώ με την εμφάνιση μου. Γι’ αυτό εξαναγκάστηκα και την έβγαλα. Μετά που έβγαλα τη μαντίλα, ξεκίνησα να μην φαίνομαι. Και εκεί ήταν τα πράγματα πιο εύκολα και πιο απλά. Δούλεψα και μετά στη σχολή άκουσα κάτι κουβέντες για μένα, να κουτσομπολεύουν: “A! Τώρα αυτή νιώθει πιο πολύ γυναίκα”, κάτι τέτοια. Αλλά εντάξει, εμένα δε με πείραξε πάρα πολύ. Μετά από ένα σημείο άρχισα και να μιλάω τα ελληνικά καλύτερα και να μη φαίνομαι ότι είμαι ξένη και μετανάστρια και αυτά. Γι’ αυτό εξελίχθηκαν τα πράγματα λίγο πιο ομαλά, πιο εύκολα πιο καλά.
Είναι μέχρι το σημείο που δε φαίνεσαι (ξένη).
Όταν φαίνεσαι (ξένη) υπάρχει πρόβλημα, όταν δεν φαίνεσαι δεν υπάρχει πρόβλημα.
Τώρα είμαι 6 χρόνια στην Ελλάδα. Επέλεξα να σπουδάσω Νομική και να γίνω δικηγόρος γιατί ήθελα να βρίσκομαι σε μια θέση, να υπερασπιστώ και να μην αφήνω αυτούς τους ανθρώπους που ασκούν τη βία και ασκούν τον πόλεμο και ασκούν το θάνατο, να μην ξανασυμβούν σε άλλους ανθρώπους και να μη ζήσουν άλλοι άνθρωποι αυτά που έζησα εγώ. Για αυτό ακριβώς επέλεξα τη Νομική.
Τα ελληνικά και η Ελλάδα για μένα είναι μια αγάπη. Στα ελληνικά πολλές φορές μπορώ να σκεφτώ πιο ελεύθερα και να σκεφτώ χωρίς φόβο.
Είναι σαν να έχεις μια γλώσσα και αυτή η γλώσσα είναι η γλώσσα που νιώθεις πιο ελεύθερα να μιλήσεις. Ας πούμε εγώ στα αραβικά δεν νιώθω τόσο άνετα να μιλήσω και να εκφραστώ. Επειδή είχα πάρα πολλούς φίλους, Ελληνίδες και Έλληνες… Αρχίζεις να μοιράζεσαι μαζί τους ιδέες για το τι σημαίνει να είσαι μια γυναίκα και να μην ντρέπεσαι.
Και στην Ελλάδα υπάρχει ντροπή σε αυτό, αλλά δεν υπάρχει τόση ντροπή όσο υπάρχει και στην Παλαιστίνη. Γι’ αυτό είχα μάθει από αυτούς και ήμουν πιο ελεύθερη να εκφραστώ και να πω, ας πούμε λέξεις σαν περίοδος, σαν σερβιέτες…
Γενικά η Ελλάδα για μένα θεωρώ ότι τόσα χρόνια ήταν ένα καταφύγιο και είναι το μέρος που έχω μεγαλώσει. Νιώθω πιο πολύ ότι είμαι από δω από ότι νιώθω ότι είμαι από την Παλαιστίνη.
Παρόλο που γενικά για τους μετανάστες στην Ελλάδα είναι πιο δύσκολο από το να είσαι Ελληνίδα γιατί δεν έχεις και την ελληνική ιθαγένεια.
Εγώ θέλω να μείνω, αλλά δε νομίζω ότι θα μείνω γιατί δεν υπάρχει πιθανότητα να μείνω από άποψη χαρτιών. Πρέπει να φύγω.
Δεν έχω δει την οικογένειά μου για περίπου πέντε με έξι χρόνια.
Είχα δει μόνο τη μάνα μου και την αδελφή μου στην Αίγυπτο, καθώς είχαν πάει εκεί για μια επίσκεψη. Είχα πάρει μια άδεια να πάω από Ελλάδα στην Αίγυπτο για μια βδομάδα να τους δω και μετά γύρισα στην Ελλάδα και τον Οκτώβριο ορκίζομαι. Και τώρα προσπαθώ να τους βγάλω μια βίζα για να έρθουν στην ορκωμοσία μου. Και να χαρώ μαζί τους.
Όταν ήρθα ήμουν στα 19. Παρόλο που στα 19 δεν ξέρεις τι σου γίνεται στη ζωή, είσαι ένα παιδάκι, εγώ προσωπικά δεν είχα την επιλογή, γιατί πάντα σκεφτόμουν ότι δε θέλω να γυρίσω πίσω και να κάνω ένα βήμα προς τα πίσω.
Δεν έχω την επιλογή να κάνω ένα βήμα προς τα πίσω και πάντα σκεφτόμουν ότι θέλω να πάω μπροστά.
Η Ελλάδα για μένα είναι η πατρίδα μου. Γιατί κάθε φορά που φεύγω στο εξωτερικό και μετά γυρνάω στο αεροπλάνο, είμαι μέσα στο αεροπλάνο και βλέπω την Αθήνα από πάνω. Νιώθω πιο πολύ ότι είναι σπίτι μου. Παρόλα αυτά ολόκληρος ο θεσμός και το κράτος έχει φτιαχτεί να μη σε θέλει, να μη σου δίνει ευκαιρίες.
Γι’ αυτό νιώθεις απόρριψη από την πατρίδα σου, που ζεις εδώ, που είναι η Ελλάδα. Αυτό νιώθω, παρόλο που παλιά, όταν ήμουνα μικρή και γι’ αυτό ήρθα εδώ, ένιωσα ξανά απόρριψη από την πατρίδα μου, που παλιά ήταν η Παλαιστίνη.
Συλλογή Ιστορίας: Κάθε Μία Ιστορία
Φωτογραφία / Βίντεο: Ξένια Τσιλοχρήστου
Μιξάζ: Ιάσων Βογιατζής