Logo
Άκου τις ιστορίες
  • Αρχική
  • Ιστορίες
  • Η Ομάδα
  • Όραμα
  • Εκπαιδευτικό Υλικό
  • Επικοινωνία

Θα της έλεγα ότι την αγαπάω

Πόσο με κάνεις;

18'

Η Άννη Νούνεση μιλάει για την Ιρένε, την ξαδέλφη της μητέρας της, μια γυναίκα της κερκυραϊκής αστικής τάξης που έζησε ανάμεσα στην άνεση, την κοινωνική πίεση και την προσωπική της επανάσταση. Η ιστορία της Ιρένε, που κατέληξε σε αυτοκτονία, παρέμεινε σιωπηλή για χρόνια μέσα στην οικογένεια. Μέσα από γράμματα, φωτογραφίες και αναμνήσεις, η Άννη ξαναζεί τον κόσμο της Κέρκυρας εκείνης της εποχής και προσπαθεί να καταλάβει τις επιλογές, τους φόβους και τις απώλειες που καθόρισαν όχι μόνο τη ζωή της Ιρένε αλλά και τη δική της.

Κέρκυρα, 2025
αστικήτάξη αυτοκτονία κέρκυρα οικογένεια παρελθόν

Άκου την ιστορία στο Spotify

Μοιράσου την ιστορία

Άκου την ιστορία

Διάβασε την ιστορία

«Ιρένε. Στη βάρκα μπήκα πρώτη. Σήκωσα τα ρούχα μου και πήδηξα μέσα και με τα δύο πόδια. Το χέρι του βαρκάρη έμεινε στον αέρα· το είχε σηκώσει για να με βοηθήσει και του πέρασα από κάτω. Κοίταξα τον πατέρα μου· αυτός σήκωσε το βλέμμα του σαν να ήθελε να ζητήσει συγγνώμη από τον καμαρωτό που μέτραγε απ’ την κουπαστή πόσα άτομα κατέβηκαν στην Κέρκυρα. Σκιάχτηκε η βάρκα, με τον κυματισμό βράχηκαν όλοι. Έλαβε τόσο νερό η αδελφή μου, στο ύψος των γονάτων της, που κρέμασαν ανάμεσα στις μπότες της τα ρούχα της βρεγμένα. Θύμωσε αυτή. Εγίνηκε φουρέντε. Ο παπάκης μας κοίταξε και είπε στη μάνα μου: “Κάλμα τη Τερέζα.”»

Αυτή είναι η αρχή, το ξεκίνημα του διηγήματος «Ιρένε», μέσα από το οποίο ήθελα να παρουσιάσω και να μιλήσω για την κατάσταση της Κέρκυρας την εποχή αυτή — για μένα περισσότερο, δηλαδή για να γράψω, να διαβάσω και να ακούσω εγώ τον τρόπο με τον οποίο μίλαγαν οι δικοί μου.
Η Ιρένε είχε μια ζωή, κατά την άποψή της, σημερινή — δική μου — πολύ κακομαθημένη, δηλαδή.
Την εποχή αυτή ήταν οι πιο πλούσιοι της Κέρκυρας, γιατί είχαν ασφάλειες…
Τις ασφάλειες Τριέστε και τις ασφάλειες Φοίνικας και βενετσιάνικες ασφάλειες· είχαν εμπόριο από κρασιά, σαπούνι και λάδια, και ήταν ο πατέρας της πάρα πολύ πλούσιος. Δηλαδή, ένα μικρό παράδειγμα ήταν ότι η Ιρένε την εποχή αυτή οδηγούσε Bugatti στην Κέρκυρα. Τα χρήματα αυτά με ποιον τρόπο χάθηκαν και έμεινε χωρίς χρήματα όλη η οικογένεια δεν το ξέρω· κακή διαχείριση, υποθέτω. Αυτό που μου έκανε εντύπωση εμένα σαν παιδί 6-7 χρονών που ήμουν τότε, ήταν η έπαρση η οποία είχε μείνει, ο τρόπος με τον οποίο ζούσε η οικογένεια, που δεν είχε καμία σχέση με το οικονομικό αντίκρισμα.

Και το τέλος της Ειρήνης ήταν – θα διαβάσω το κομμάτι, το τελευταίο:

«Έλειπε, ήταν στο Τριέστε, ο πατέρας μου. Τι ήθελα να αφήκει μπάντο τσι δουλειές και να με περιμένει; Δεν άκουσα τη λέξη να την πούνε, μα όλοι κάνανε της μάνας μου την κίνηση την πολυαγαπημένη· εκείνη την κίνηση που σήμαινε “αδιάφορο”, με κίνηση σχετική στο χέρι το δεξί. “Στον άντρα σου να πας”, μου είπανε. “Τι περιμένεις από μας, Ιρένε; Σύρε στον άντρα σου.”

Και πήγα. Γύρισα πίσω με τον Άγιο Σπυρίδωνα, το ατμόπλοιο, κρατώντας το βιβλίο μου στα χέρια μου κλειστό. Ήμουν όμορφη, με ένα βιβλίο στο χέρι· ήμουν πάντα, και γέλαγα, αν με αφήνανε όπως γελάνε τα παιδιά. Γύρισα στην Αθήνα, γύρισα σπίτι μου μετανιωμένη. Γύρισα να αγκαλιάσω ό,τι κατάλαβα πως αγαπάω την ώρα εκείνη και τη στιγμή. Το παιδί ήταν σπίτι, το είχε ο πατέρας του με την τροφό, και ηυτοκτόνησα.

Κανείς δεν με μελέτησε ποτέ· από ματιές κρυφές στη φωτογραφία κι από τις αναπνοές των σενσιτίβων αγαπήθηκα. Για μένα δεν ανέπνευσε κανείς. Είχανε τη φωτογραφία μου, αυτή στην οποία κρατώ στο χέρι το βιβλίο· την είχανε σε μια κορνίζα κρεμασμένη, μα δεν την έβλεπαν ποτέ.

“Πήδηξε”, είπε η θεία μου η κουτσή στην εγγονή της μια μέρα, που επέμενε να μάθει τι είχε γίνει. Έπεσε του άντρα της στα πόδια, μπροστά την ώρα που έβαζε αυτός στην πόρτα το κλειδί να μπει στο σπίτι. Έπιασε τα ρούχα της και, με τα δυο χέρια, πήδηξε από το παράθυρο και σωριάστηκε στα πόδια του.»

Η εγγονή αυτή ήμουν εγώ, η οποία μεγάλωσα στο σπίτι με τη φωτογραφία της Ιρένε να κρατάει το λιμπρέτο της, το βιβλίο της, και χρόνια μετά – πολλά χρόνια μετά – που αποφάσισα να γράψω, έγραψα το βιβλίο ξεκινώντας από την Ιρένε όπως την είχα καταλάβει εγώ: ότι ήταν ένα πλάσμα με ένα βιβλίο στο χέρι και με το νου της συνέχεια στη μουσική, το πιάνο της, τα γαλλικά της και όλα αυτά τα σχετικά της εποχής αυτής.

Αφού είχε εκδοθεί το βιβλίο, βρήκαμε ένα γράμμα της Ειρήνης σε ένα… η εγγονή της, σε ένα συρτάρι· το οποίο είχε γράψει η Ειρήνη στη μητέρα μου την παραμονή της αυτοκτονίας. Σε αυτό εξηγεί την όλη οικονομική κατάσταση και της λέει ότι «ετοιμάζομαι να πουλήσω το σπίτι και έχω κανονίσει με τον εραστή» – γιατί εν τω μεταξύ η Ειρήνη είχε εραστή, και γι’ αυτό την έδιωξε ο σύζυγος από το σπίτι, και γι’ αυτό αυτοκτόνησε.

Το γράμμα αυτό είναι γραμμένο το ’29, 3 Απριλίου. Δεν το έλαβε ποτέ η μητέρα μου. Το βρήκαμε εμείς τώρα, διότι η Ειρήνη «ηυτοκτόνησε», όπως λέγανε εκείνοι· έπεσε δηλαδή από το παράθυρο, όπως μας ανέφεραν την επομένη, χωρίς να λάβει ποτέ το γράμμα η μητέρα μου.

Αυτά είναι πολύ απλά να τα γράφεις και στενάχωρο να τα ακούς, αλλά σαν διήγημα μας ενδιαφέρει γιατί μιλάει για τη νοοτροπία και για τον τρόπο με τον οποίο ζούσε η αστική τάξη την εποχή αυτή· με τα πολλά χρήματα, με τις καταπιεσμένες γυναίκες, οι οποίες από τη μια μεριά έκαναν ό,τι θέλανε, αλλά από την άλλη μεριά αντιμετώπιζαν το κατεστημένο – παράδειγμα: την έδιωξε από το σπίτι ο σύζυγος και της πήρε και το παιδί. Δεν της το έδωσε το παιδί.
Έτσι ήταν, δηλαδή, τα έθιμα την εποχή αυτή στις αστικές οικογένειες ουσιαστικά, οι οποίες είχαν και τα χρήματα.

Αυτή πούλησε το σπίτι της και, επειδή εκείνος την εποχή αυτή δεν ήταν καλά οικονομικά, ήθελε να του δώσει τα λεφτά από το σπίτι που πούλησε για να κάνει μια δουλειά και να σταθεί στα πόδια του καλύτερα, και αν θα κατάφερναν να ζήσουν μαζί. Εκείνος όμως, απ’ ό,τι μας λέει το γράμμα, πήρε τα λεφτά και έφυγε.

Όλα αυτά, διαβάζοντάς τα εγώ, μου ξεκαθάρισαν πράγματα που δεν μου τα ξεκαθάρισε ποτέ κανείς όταν τα ρώταγα. Σαν παιδί ρώταγα κι αυτό κι εκείνο: «Και γιατί έγινε αυτό;» – «Ηυτοκτόνησε». Δεν μου έκαναν καμία άλλη κουβέντα, δε μου είπανε ποτέ, και μου λύθηκαν τώρα, φέτος τον χειμώνα, με τα γράμματα που βρήκε η εγγονή της και τις καταθέσεις της αστυνομίας. Κατάλαβα πως της φέρθηκαν και εκ των υστέρων, άρα για να της φερθούν έτσι μετά την αυτοκτονία, κατάλαβα πόσο την απέρριψαν και την ανάγκασαν να αυτοκτονήσει.

Και διαβάζοντας ξανά το βιβλίο, είδα πως είχα καταλάβει καλά τα πράγματα σαν παιδί όταν τα είχα καταλάβει. Καλά τους είχα καταλάβει.

Πήγε να ζητήσει βοήθεια από όλους όταν την έδιωξε ο άνδρας της, και τη διώξανε όλοι. Όπως διάβασα: «Πήγαινε στον άντρα σου.» Ο άντρας της την έδιωξε και αυτή δεν άντεξε, και έπεσε από το παράθυρο.

Επειδή εγώ έμενα σε αυτό το σπίτι με τη θεία μου, έλεγα: «Θα μου πείτε για τη θεία Ειρήνη; Θα μου πείτε για τη θεία Ειρήνη;» Και δεν μου είπε ποτέ κανένας τίποτα. Όλα αυτά τα κατάλαβα μόνη μου. Και το πιο σημαντικό ήταν ότι εγώ έπρεπε να προσέχω στη ζωή μου πάρα πολύ, να μην αγαπήσω ποτέ κανέναν για να μη χρειαστεί… Και νομίζω ότι με επηρέασε πάρα πολύ στο δόσιμο προς τους ανθρώπους – τους αρσενικούς στη ζωή μου, όχι προς τα παιδιά μου ή προς τους γονείς μου.

Γιατί η αυτοκτονία είναι ταμπού; Είναι… Επειδή φοβάται ο άλλος μήπως σου «μεταφέρει» και το δικαίωμα που έχεις να αυτοκτονήσεις. Η Εκκλησία το απαγορεύει, αλλά η κοινωνία δεν έχει άλλο τρόπο να το απαγορεύσει από το να μη μιλάει γι’ αυτό. Ο μόνος τρόπος που μπορεί να σε απωθήσει είναι να μη σου το αναλύει, να σε αφήνει με τον φόβο του: «Ο τάδε αυτοκτόνησε», «η τάδε αυτοκτόνησε», «ηυτοκτόνησε» μάλιστα έλεγαν την εποχή αυτή.

Υπάρχει ένα γαλλικό τραγούδι του άντρα που λέει: «Κανένας δεν γιατρεύεται από τα παιδικά του χρόνια.»

Σε μια κλειστή κερκυραϊκή αστική κοινωνία επαρχίας – δηλαδή μιας επαρχίας επηρεασμένης από πολλές κουλτούρες, όπως ήταν η δική μας – είναι δύσκολο να καταφέρεις να ξεπεράσεις πράγματα αν δεν ισορροπήσεις.

Η κερκυραϊκή κοινωνία φοβόταν τον λαό, ο οποίος θα ερχόταν από το χωριό, καταπιεσμένος σε όλο του το παρελθόν, και υπήρχε και η ρήση στα αστικά κερκυραϊκά σπίτια: «Juda Scariota fu villàn Corfiotta», δηλαδή έτσι και έμπαινε χωριάτης στην πόλη, οι αστοί της πόλης λέγανε: «Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ήτανε χωριάτης Κερκυραίος, μην τον αφήσεις να μπει.»

Είχανε πάντα τον φόβο του χωρικού· αφενός τον χρησιμοποιούσαν, αφετέρου διότι ο σέμπρος ήξερε τα πάντα. Ο σέμπρος ήτανε ο εργάτης που ερχόταν και ήξερε τα πάντα και ο οποίος χρώσταγε και χρήματα για να ζήσει. Δανειζόταν από τον αφέντη του και εκεί δημιουργούνταν πάντα σχέσεις, οι οποίες ήταν πολύ επικίνδυνες.

Οι αστοί στην πόλη είχαν πολύ κλειστή κοινωνία. Παράδειγμα: η κερκυραϊκή κουζίνα. Γιατί στα κερκυραϊκά εστιατόρια δεν υπάρχει αυστηρά κερκυραϊκή κουζίνα, όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα; Γιατί δεν της δίνανε τις συνταγές, οι αστοί. Να σου δώσω εγώ συνταγές της μάνας μου από την εποχή αυτή. Θα πεις: «Και τι φαγητό είναι αυτό;» Δεν το ξέρουμε εμείς.

Από πολύ παλιά υπήρχε ένας τελείως διαφορετικός τρόπος ζωής στην αστική κοινωνία σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία της Κέρκυρας. Ήταν πάρα πολύ φτωχή η εκτός αστών κοινωνία· οι Μαλτέζοι, οι χωριάτες, οι Βόρειοι Κερκυραίοι, οι Νότιοι Κερκυραίοι. Εάν δεν ήταν σέμπροι που κάτι είχαν να φάνε, υπόφεραν πάρα πολύ ακόμα. Μέχρι το ’69, που είχα συμμαθήτριες εγώ, δεν είχανε παπούτσια – υπήρχανε, και γι’ αυτό αναφέρεται και στον Θεοτόκη το διήγημα: «Ακούστηκαν πόδια ανθρώπου πονεμένου», πόδια ανθρώπου με παπούτσια. Ένα ζευγάρι παπούτσια είχανε στην οικογένεια και όποιος ερχόταν στην πόλη τα φόραγε για να έρθει.

Για εμένα, το να είμαι Κερκυραία σημαίνει ότι έχω το μυαλό μου, ξέρω πού πατάω και δεν μου το έχει πάρει η έπαρση του Κερκυραίου. Σημαίνει ότι έχω πάρα πολλές κουλτούρες μέσα μου. Εγώ μεγάλωσα σε μια οικογένεια που μιλάγανε ιταλικά. Αμέσως έμαθα τα γαλλικά. Στη συνέχεια είχαμε αγγλική επιρροή από συγγενείς. Αυτό σήμαινε ότι μέχρι τα δέκα μου δεν ήξερα ποια είναι η μητρική μου γλώσσα – νόμιζα ότι ήταν τα ιταλικά, τα ιταλοκερκυραϊκά, δηλαδή αυτά τα βενετσιάνικα που μιλάω.

Αν έλεγα ένα πράγμα τώρα στην Ειρήνη, θα της έλεγα ότι την αγαπάω· την αγαπούσα από τη στιγμή που είδα τη φωτογραφία της και ότι την αγαπάω κι εγώ και η εγγονή της και ότι την καταλάβαμε και οι δύο. Και το πολύ σημαντικό από το γράμμα της Ειρήνης για μένα είναι ότι όταν το διάβασα… Είναι ένα γράμμα το οποίο απευθύνεται στη μητέρα μου, το οποίο δεν έλαβε ποτέ. Η μητέρα μου – και η Ειρήνη αυτοκτόνησε την επομένη – με έκανε και αγάπησα τη μάνα μου, το γράμμα αυτό.

Γιατί ο τρόπος με τον οποίο μιλάει στη μάνα μου μέσα σε αυτό το γράμμα δείχνει ότι αυτές οι δύο, σαν πρώτες ξαδέλφες, ήταν και φίλες πολύ αγαπημένες. Και με έκανε και είδα τις αδυναμίες που είχε η μάνα μου σε ηλικία 20 χρόνων, τις οποίες δεν μου τις έδειξε ποτέ σαν μάνα. Και κατάλαβα ότι οι φόβοι που είχε μήπως κάνω εγώ τα πράγματα που έκανε αυτή τότε με φέρνανε κι εμένα σε μια κατάσταση αντίστοιχη με την Ειρήνη, και γι’ αυτό ήταν τόσο πολύ αυστηρή μαζί μου. Ναι, την αγάπησα πολύ τη μάνα μου· μέσα από το γράμμα την κατάλαβα πολύ.

Συλλογή Ιστορίας: Κάθε Μία Ιστορία
Φωτογραφία / Βίντεο: Αριάδνη Φυτοπούλου
Μιξάζ: Νικόλας Καζάζης

Στο επεισόδιο ακούστηκαν τα μουσικά κομμάτια Είν’ η αγάπη χίμαιρα και Άδικα πήγαν τα νιάτα μου του Αττίκ

O κύκλος ιστοριών “Πόσο με κάνεις;” υλοποιείται με τη χρηματοδότηση του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση.


Κανε Subscribe για να ακους πρωτος
Καθε μια ιστορια

    Ο κύκλος ιστοριών «Πόσο με κάνεις;» υλοποιείται με τη χρηματοδότηση του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση.

    Higgs Logo

    Οι κύκλοι Εργασία, Η Πόλη και Ιστορίες μιας Ζωής πραγματοποιήθηκαν με την υποστήριξη

    Higgs Logo

    Ο κύκλος Εφηβεία πραγματοποιείται με την υποστήριξη

    Higgs Logo

    ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


    Higgs Logo
    @ 2025 - All rights reserved. kathemiaistoria.gr
    Πολιτική προστασίας παιδιού  |  Προστασία Προσωπικών Δεδομένων  |  Πολιτική Απορρήτου
    {{playListTitle}}
    • {{ index + 1 }} {{ track.track_title }} {{ track.track_artist }} {{ track.album_title }} {{ track.lenght }}
    {{list.tracks[currentTrack].track_title}}{{list.tracks[currentTrack].track_artist && typeof sonaar_music.option.show_artist_name != 'undefined' ? ' ' + sonaar_music.option.artist_separator + ' ' + list.tracks[currentTrack].track_artist:''}}
    {{list.tracks[currentTrack].album_title}}
    {{ currentTime }}
    {{ totalTime }}